κραυγάζοντας

κραυγάζοντας
κραυγάζω
bay
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αναβοώ — ( άω) (Α ἀναβοῶ) φωνάζω δυνατά, κραυγάζω αρχ. 1. αφήνω κραυγή εκπλήξεως, θλίψης ή πόνου 2. θρηνώ κραυγάζοντας 3. καλώ σε βοήθεια, επικαλούμαι 4. επαινώ, εκθειάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * επιτ. + βοῶ. ΠΑΡ. αρχ. ἀναβόαμα αρχ. μσν. ἀναβόησις] …   Dictionary of Greek

  • αναθορυβώ — ( έω) (Α ἀναθορυβῶ) [θορυβῶ] κάνω θόρυβο, επιδοκιμάζω κάτι θορυβωδώς, επικροτώ κραυγάζοντας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + θορυβῶ] …   Dictionary of Greek

  • ανακωκύω — ἀνακωκύω (Α) [κωκύω] θρηνώ, οδύρομαι κραυγάζοντας …   Dictionary of Greek

  • βοηδρομώ — βοηδρομῶ ( έω) (Α) 1. τρέχω προς αυτόν που φωνάζει για βοήθεια, σπεύδω να βοηθήσω 2. τρέχω κραυγάζοντας. [ΕΤΥΜΟΛ. < βοηδρόμος. Το ρ. βοηδρομώ σχηματίστηκε αναλογικά προς το βοηθώ*] …   Dictionary of Greek

  • κεκραξιδάμας — κεκραξιδάμας, ὁ (Α) (ως επίθ. τού Κλέωνος) αυτός που καταβάλλει κραυγάζοντας, που κατασιγάζει με φωνές, φωνακλάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < κεκραξι (< κεκραγ , αναδιπλασιασμένο θ. τού κράζω, πρβλ. παρακμ. κέκραγ α) + δάμας (< δάμνημι «δαμάζω,… …   Dictionary of Greek

  • κράζω — (AM κράζω) 1. (για τον κόρακα ή για άλλα πτηνά) κρώζω (α. «κράξανε τα κοκόρια» β. «κράζει τε γὰρ και αἷμα,... ἀφίησιν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν ὀχεύων», Αριστοτ.) 2. βγάζω δυνατή φωνή, κραυγάζω («ἔκραζεν ὠδίνουσα», ΚΔ) νεοελλ. επιπλήττω ή αποδοκιμάζω… …   Dictionary of Greek

  • κραυγανώμαι — κραυγανῶμαι, άομαι (Α) κραυγάζω συνεχώς, κλαίω κραυγάζοντας συνεχώς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται με τη λ. κραυγή] …   Dictionary of Greek

  • ομοκλάω — ὁμοκλάω και ὁμοκλέω (Α) [ομοκλή] (επικ. τ.) 1. (ιδίως για πολλούς μαζί ανθρώπους) καλώ, φωνάζω, βοώ ταυτόχρονα με κάποιον άλλο («μνηστῆρες δ ἅμα πάντες ὁμόκλεον», Ομ. Οδ.) 2. (για ένα πρόσ.) παροτρύνω, ενθαρρύνω κάποιον κραυγάζοντας, με δυνατή… …   Dictionary of Greek

  • Τσιμαμπούε, Τζοβάνι — (Cimabue, ψευδώνυμο του Cenni di Pepo, Φλωρεντία 1240 – Πίζα 1303). Ιταλός ζωγράφος. Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του. Εκτός από τη χρονολογία της γέννησής του, που την αναφέρει ο Βαζάρι, είναι ακόμα γνωστό ότι το 1272… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”